«Το debate έδειξε ότι μπορούμε να μιλάμε ήρεμα κι απλά, ότι έχουμε ρίζες (…) Δεν υπάρχουν εκλογές χωρίς αντιθέσεις, αλλιώς θα ήταν ένα άνευρο πράγμα», επισήμανε η υποψήφια για την προεδρία του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Άννα Διαμαντοπούλου, μιλώντας στην εκπομπή του ΕΡΤNews, δύο ημέρες μετά από το debate στην ΕΡΤ και ενόψει των εσωκομματικών εκλογών στην παράταξη, στις 6 και 13 Οκτωβρίου.
Ανάμεσα σε άλλα, η ίδια υπογράμμισε, αναφερόμενη στη χθεσινή ανάρτησή της, με την οποία αναφέρεται στον ΣΥΡΙΖΑ:
«Μην κολλήσουμε ΣΥΡΙΖΑ.Το debate έδειξε ότι μπορούμε να μιλάμε ήρεμα και απλά ότι μπορούμε. Δείξαμε ότι έχουμε ρίζες, ότι είμαστε ένα κόμμα με δημοκρατική εμπειρία. Ξέρει να εκλέγει τους αρχηγούς του χωρίς να γίνεται κομμάτια».
Για τις αντεγκλήσεις στο debate και την πορεία της εσωκομματικής προεκλογικής «κούρσας», σημείωσε:
«Αυτό που δεν πρέπει να γίνει και γίνεται, είναι ότι υπάρχουν οι άνθρωποι που στηρίζουν τους υποψηφίους, υπάρχουν τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής, οι βουλευτές, οι υποψήφιοι βουλευτές, οι οποίοι πρέπει να δώσουν το παράδειγμα. Δηλαδή, βγαίνω και υποστηρίζω έναν υποψήφιο, δεν χρειάζεται να κατηγορώ τον άλλο.Όταν γίνεται αυτό -και το βλέπω επανειλημμένα στις εκπομπές, δηλαδή βλέπω επώνυμα στελέχη του ΠΑΣΟΚ να κατηγορούν τους άλλους υποψηφίους- δημιουργεί ένα πρόβλημα κάτω, στη βάση (…) Είναι πάρα πολύ ουσιαστικό (…) Εμείς θέλουμε να πάει πάρα πολύς κόσμος στις κάλπες. Και σας διαβεβαιώ ότι αυτό που έγινε στο debate εγώ το βλέπω τώρα, τις τελευταίες 15 μέρες, κάθε μέρα.
(…) Ήμουν στην εκδήλωση στο Ηράκλειο, όπου έσπευσαν 650 με 700 άτομα. Ήταν έξω μέχρι το δρόμο. Τώρα ήμουν στο Μαρούσι. Ήταν 400 άτομα, στην Αθήνα, το Λεκανοπέδιο, όπου δεν είναι το ΠΑΣΟΚ στα καλύτερά του. Το βλέπω όπου πηγαίνω. Πόσο μεγάλη κίνηση υπάρχει πια, τι ρεύμα υπάρχει και έρχεται ο κόσμος να ακούσει.
Κι ακούω χρόνια “Έχω χρόνια να μπω σε πολιτική εκδήλωση. Δεν πηγαίναμε σε πολιτικές εκδηλώσεις. Θέλουμε να ακούσουμε το ΠΑΣΟΚ”. Αυτό δηλαδή που φάνηκε στο debate με τα νούμερα, εγώ το βλέπω συνέχεια. Και αυτή όλη η διαδικασία έδωσε και τη δυνατότητα στο ΠΑΣΟΚ, να ανέβει γιατί όλοι βλέπουν ότι είναι πολύ πιθανή μια αλλαγή την επόμενη μέρα. Το ΠΑΣΟΚ να μην είναι ένα στάσιμο κόμμα, να έχει μια δυναμική να πει καινούργια πράγματα.
Αυτό όμως προϋποθέτει ότι θα προχωρήσουμε με ηρεμία και με ήθος προς τις εκλογές, ώστε να μην υπάρχουν “χτυπήματα κάτω από τη μέση”, γιατί αυτά αφήνουν μεγάλο αποτύπωμα».
Ερωτηθείσα που θεωρεί ότι οφείλεται η «δημοσκοπική κατρακύλα» του ΣΥΡΙΖΑ, σημείωσε:
«Δεν είναι κόμμα… Είναι κόμμα χαρακτήρων πλέον. Δηλαδή βλέπουμε ανθρώπους με διαφορετικά χαρακτηριστικά να μαλώνουν, να επιτίθεται ο ένας στον άλλον, να λένε φοβερά πράγματα ο ένας για τον άλλον.
Πώς να σταθεί ένα κόμμα δηλαδή; Να έχει ιδεολογία; Να έχει πολιτική; Ποιος θα πιστέψει να το ακολουθήσει;».
Απαντώντας στο σε ποιους θα απευθυνθεί το ΠΑΣΟΚ, ως ψηφοφόρους, αλλά και σε ποια πολιτικά κόμματα, για να φτιάξει μια κυβέρνηση την επόμενη μέρα, τοποθετήθηκε λέγοντας μεταξύ άλλων:
«Στις σημερινές εποχές και με τον τρόπο που μετακινούνται οι πολίτες, δεν είναι δύσκολο όταν έχεις δύο, δυόμισι ή τρία χρόνια (αλλαγές).
(…) Οι μετακινήσεις πλέον των πολιτών γίνονται πάρα πολύ γρήγορα. Σε διάστημα τριών χρόνων μπορούν να γίνουν φοβερά πράγματα (…)
Ο Κ. Μητσοτάκης κρατάει την κυριαρχία με το Κέντρο
Η κ. Διαμαντοπούλου συνέχισε λέγοντας:
«Ο Κ. Μητσοτάκης κρατάει την κυριαρχία με το κέντρο. Σαφέστατα η Νέα Δημοκρατία έχει χάσει το ακροδεξιό κομμάτι, το οποίο είχε ενσωματωμένο και έχει το κέντρο. Θεωρώ λοιπόν ότι το ΠΑΣΟΚ θα μιλήσει στο κέντρο. Θα μιλήσει και στην Αριστερά γιατί υπάρχει εκεί πολύς κόσμος που πήγε στον ΣΥΡΙΖΑ και οι οποίοι απογοητεύτηκαν.
Αλλά για σκεφτείτε μια Νέα Δημοκρατία, η οποία έχει χάσει την ακροδεξιά και η οποία χάνει και το κέντρο. Αυτό το κέντρο ερχόμενο προς το ΠΑΣΟΚ αλλάζει τελείως τα δεδομένα (…)
Κανένας δεν έχει τους ψηφοφόρους στο τσεπάκι του. Και οι ψηφοφόροι του Κέντρου, οι οποίοι είναι περισσότερο από 10%. Είναι 13%. Στη Νέα Δημοκρατία είναι πάρα πολύς κόσμος. Αυτοί οι ψηφοφόροι δεν καταθέτουν ψήφο, δανείζουν ψήφο.
Αυτό το είχα πει από την πρώτη μέρα. Είναι άνθρωποι σκεπτόμενοι. Είναι άνθρωποι οι οποίοι κρίνουν. Οι άνθρωποι βλέπουν την προοπτική. Εμάς μας ενδιαφέρει πάρα πολύ αυτός ο κόσμος.
Και για να απαντήσω στο ηλίθιο -συγγνώμη για την έκφραση- επιχείρημα ότι ο Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία θέλουν τη Διαμαντοπούλου, η Διαμαντοπούλου είναι αυτή που απευθύνεται στο κέντρο. Άρα γιατί ο Μητσοτάκης να θέλει αυτήν που ουσιαστικά απευθύνεται στον κόσμο που θέλουμε να γυρίσει πίσω;».
Για τη φορολόγηση, σημείωσε μεταξύ άλλων:
«Οικονομία χωρίς κοινωνία δεν υπάρχει. Αυτό ήταν πάντοτε η καρδιά του ΠΑΣΟΚ.
Δεν μπορούμε λοιπόν να έχουμε οικονομικούς δείκτες και να έχουμε στην κοινωνία αυτά που ζει σήμερα ο μέσος άνθρωπος, που δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα, που έχει πρόβλημα στέγης, που έχει πρόβλημα, πού να αφήσει το παιδί του, που έχει τεράστιο πρόβλημα ο αγρότης, και η μικρομεσαία επιχείρηση (…) Το πρώτο θέμα είναι το θέμα του μισθού. Έχουμε πολύ χαμηλούς μισθούς. Οι χαμηλοί μισθοί δεν ορίζονται από την κυβέρνηση. Ορίζονται από το παραγωγικό μοντέλο της χώρας.
Και έχουμε εδώ και πολλά χρόνια μια παραίτηση όσον αφορά τον χώρο των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Γιατί εδώ θέλουμε διαφορετικού είδους πολιτικές.
Έχουμε χρήματα από το Ταμείο ανάκαμψης, πολλά χρήματα για τον εκσυγχρονισμό, τον ψηφιακό εκσυγχρονισμό και την ενδυνάμωση των μικρών μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Τα αποτελέσματα μετά από τέσσερα χρόνια είναι πάρα πολύ αρνητικά. Δηλαδή έχουμε το μεγαλύτερο μέρος των επιχειρήσεων να μην έχουν εκσυγχρονιστεί στοιχειωδώς (…)
Η αλλαγή παραγωγικού μοντέλου σημαίνει ότι έχουμε επιχειρήσεις οι οποίες μπορούν να παράγουν, να εξάγουν και στις πιο μικρές επιχειρήσεις θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα συνεργειών ώστε να συμμετέχουν στις δημόσιες προμήθειες, για να μπορούν να παίξουν έναν άλλο ρόλο στην οικονομία, ώστε να μπορούν συνεργαζόμενες να πάρουν μεγάλα ευρωπαϊκά προγράμματα και να ενισχυθούν ώστε να έχουν μικρότερο ενεργειακό κόστος, κάνοντας δικές τους μονάδες.
Μπορούμε να παράγουμε εθνικό πλούτο και να τον φορολογήσουμε μάλιστα, μόνο αν τον παράγουμε.
Γι’ αυτό και επιμένω απ την πρώτη μέρα ότι το ΠΑΣΟΚ θα μιλήσει για την Ελλάδα που παράγει και η Ελλάδα που παράγει από τον αγροτικό τομέα μέχρι τη βιομηχανία και μέχρι την τουριστική επιχείρηση, σημαίνει ότι μπαίνουμε σε έναν άλλο πλανήτη. Ο 21ος αιώνας είναι αλλιώς».
Για το αν την προβληματίζει το γεγονός ότι εφόσον εκλεγεί αρχηγός του ΠΑΣΟΚ δεν θα είναι στη Βουλή, και για τις φωνές που της καταλογίζουν ότι ήταν εκτός ενεργούς πολιτικής επί 12 χρόνια, υπογράμμισε:
«Αυτό με τα 12 χρόνια έχει καταντήσει ένα ανέκδοτο (…) Εν πάση περιπτώσει από 18 χρονών είμαι στο ΠΑΣΟΚ. Έχω ανέβει μόνη μου σε όλα τα βήματα και όποιον ρωτήσετε έξω ξέρει ότι Διαμαντοπούλου είναι ΠΑΣΟΚ. Δηλαδή ας τελειώσει αυτό το ανέκδοτο.
Υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να ζουν μόνο μέσα στο κόμμα και υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι έχουν πολλαπλή ζωή. Και εγώ ανήκω σε αυτούς και μπορώ να ζήσω και μόνη μου, πάντοτε μέσα στον πολιτικό μου χώρο (…)».
«Δεν είμαι Κασσελάκης»
«Είδα τον κύριο Γερουλάνο, αναφέρεται στον κ. Κασσελάκη και στον κ. Ανδρουλάκη. Πρώτα – πρώτα ο κ. Ανδρουλάκης μπήκε στη Βουλή και δεν άλλαξε το αποτέλεσμα. Δηλαδή όταν μπήκε ο ίδιος στη Βουλή δεν είδαμε το ΠΑΣΟΚ με κάποια διαφορετική σκέψη. Μπήκε και δεν είδαμε αλλαγή (…)
Δεν είμαι Κασσελάκης. Δηλαδή να συγκρίνουμε λίγο τους ανθρώπους με βάση το προφίλ τους και με βάση την εμπειρία τους. Και δεν θέλω να μειώσω καθόλου τον κ. Κασσελάκη. Απλά δεν έχει καθόλου κοινοβουλευτική εμπειρία.
Εγώ λοιπόν είμαι στη Βουλή, έχω τη μεγαλύτερη κοινοβουλευτική εμπειρία από όλους. Έχω εκλεγεί σε δύο περιφέρειες, έχω πετύχει μεγάλες νίκες στη Βουλή. Και η Βουλή δεν είναι μόνο μια ρητορική αντιπαλότητα ανάμεσα σε δύο αρχηγούς. Είναι κοινοβουλευτική στρατηγική. Είναι το πώς παραθέτεις δυνάμεις, είναι επιχειρήματα, είναι πως κάνεις αντιπολίτευση και που θέτεις τα ζητήματα.
Θεωρώ λοιπόν ότι έχω τη δυνατότητα αυτής της στρατηγικής γιατί έχω πολύ μεγάλη εμπειρία και έχω αποδείξει και τη δουλειά μου και έχω και στο μυαλό μου τώρα ήδη πολύ σοβαρά άτομα μέσα στην κοινοβουλευτική ομάδα, τα οποία μπορούν να παίξουν πολύ σημαντικό ρόλο».
Για το αν συμφωνεί επί της αρχής στην στήριξη των υποψηφίων στον δεύτερο γύρο, τοποθετήθηκε λέγοντας:
«Δεν κρύβει μεν συνδιαλλαγή, αλλά δεν πιστεύω ότι όταν λες “θα στηρίξω τον τάδε” σε ακολουθεί ο κόσμος. Μην έχουμε τέτοιες ψευδαισθήσεις. Ο κόσμος θα κρίνει μόνος του τι θα κάνει στον δεύτερο γύρο.
Για να επιλέξεις κάποιον πρέπει να είναι πολύ κοντά στις απόψεις σου, στις ιδέες σου, σε αυτό που θέλεις. Εάν δεν είναι κανένας, καλύτερα να μην πάρεις θέση».
Ως προς τη θέση της στο ζήτημα εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, ανέφερε:
«Στην Κεντρική Επιτροπή όταν κάναμε ο καθένας τις δηλώσεις του είπα ότι έχουμε ένα πρωθυπουργικοκεντρικό μοντέλο και αυτό διαχέεται παντού. Γίνονται προεδρικά τα κόμματα, γίνονται δημαρχοκεντρικοί οι δήμοι και ούτω καθεξής.
Αυτό δεν είναι μια σωστή λειτουργία της δημοκρατίας και πρέπει να δούμε όλο το πολιτικό μας σύστημα, το οποίο δεν τα πάει καλά. Δηλαδή σε 50 χρόνια δημοκρατίας, έχουμε και εμείς μεγάλες ευθύνες.
Δεν έχουμε χτυπήσει το πελατειακό σύστημα, το οποίο σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στη σχέση με την οποία λειτουργεί ο πολιτικός με τον πολίτη, ο πολίτης με το κράτος. Εδώ λοιπόν χρειαζόμαστε πολύ σημαντικές αλλαγές και αλλαγές που να έχουν δικλείδες ασφαλείας στο να μην κάνει ό,τι θέλει, όποτε θέλει ο πρωθυπουργός (…)
Το να κάνει εκλογές ένας πρωθυπουργός όποτε θέλει γιατί τον βολεύουν οι δημοσκοπήσεις (…)
Πρέπει να υπάρχουν αντίβαρα. Πρέπει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να έχει πια έναν διαφορετικό ρόλο. Τον έχουμε κάνει τελείως διακοσμητικό.
Και τώρα με αυτή την επιλογή μόνο από ένα κόμμα μειώνουμε ακόμη περισσότερο τον ρόλο του Προέδρου της Δημοκρατίας. Πιστεύω η Νέα Δημοκρατία να μην εκλέξει έναν τελείως δικό της Νεοδημοκράτη Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
(…) Προτιμώ να μην είναι κάποιος που να είναι αμιγώς από ένα από το συγκεκριμένο κυβερνών κόμμα, το οποίο έχει την εξουσία. Γιατί θα έχουμε κυβέρνηση και πρωθυπουργό και Πρόεδρο της Δημοκρατίας από ένα κόμμα με κομματικό στέλεχος (…)
Βλέπω πολύ θετικά την ανανέωση της θητείας της Κ. Σακελλαροπούλου. Νομίζω ότι έπαιξε εξαιρετικά το ρόλο της. Αλλά ξέρετε, είναι καλύτερα να μην παίρνει κανείς θέση μέχρι να έρθει η στιγμή, γιατί στην πολιτική δεν ξέρεις πώς τα φέρνει (…)».
Για το άρθρο 16, σημείωσε:
«Φυσικά πρέπει να αλλάξει το άρθρο 16. Ήταν λάθος του ΠΑΣΟΚ το ότι δεν υπερψήφισε το νόμο.
Γιατί ο νόμος αυτός, δεν είναι καμιά επανάσταση, αλλά ήταν ένας νόμος ο οποίος έβαλε τέλος σε μια υποκρισία. Έχουμε 33 κολέγια αυτή τη στιγμή, τα οποία δίνουν επαγγελματικά δικαιώματα. Τουλάχιστον αυτά θα μπουν κάτω από μια αρχή, η οποία θα μπορεί να τα ελέγχει. Είναι σαν πανεπιστήμια, δηλαδή δίνουν επαγγελματικά δικαιώματα. Να το καταλάβουμε αυτό το πράγμα. Επομένως γίνεται μια αντιμετώπιση που θέλει πολύ σοβαρή παρακολούθηση. Το άρθρο 16 θα δώσει συνολικά τη δυνατότητα να ανοίξει το ζήτημα αυτό και με καλύτερες προϋποθέσεις. Τώρα μιλάμε για παραρτήματα. Δεν μπορούν να έρθουν πανεπιστήμια».
Στο ερώτημα ποιο ήταν το μεγαλύτερο λάθος της συνολικής πορείας του ΠΑΣΟΚ όλα αυτά τα χρόνια, απάντησε λέγοντας:
«Είχαμε όλοι ευθύνη το ότι αναλάβαμε την ευθύνη του μνημονίου και των αποφάσεων, ενώ έπρεπε να πάμε σε εκλογές (…) Επαναλαμβάνω ότι έχουμε ευθύνη όλοι μας, γιατί κι εμείς είχαμε την αίσθηση ότι είχαμε μια τεράστια κοινοβουλευτική δύναμη και μπορούσαμε να το φέρουμε εις πέρας. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί πόσο μεγάλο και πόσο δύσκολο ήταν αυτό το έργο».
Θετική εμφανίστηκε, τέλος, στο ενδεχόμενο διεξαγωγής debate μεταξύ των δύο διεκδικητών της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ, μεταξύ Α’ και Β’ γύρου.